- προσσχεδιάζω
- προσσχεδιάζω,A add besides,
τοῖς πεπραγμένοις τὰ μὴ γενόμενα J.BJ 3.9.5
.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
τοῖς πεπραγμένοις τὰ μὴ γενόμενα J.BJ 3.9.5
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
προσσχεδιάζω — Α προσθέτω κάτι ακόμη («προσεσχεδιάζετο τοῑς πεπραγμένοις καὶ τὰ μὴ γενόμενα», Ιώσ.) … Dictionary of Greek